Μυοσκελετική Ογκολογία & Παθολογία: συνήθεις παθήσεις

Λόγω της σπανιότητάς τους,  η εμπειρία την οποία αποκτά ένας ιατρός που αντιμετωπίζει περιστασιακά έναν τέτοιο ασθενή, είναι τελικά σε βάθος χρόνου μικρή, και έτσι απαιτείται εξειδικευμένη εκπαίδευση τόσο για τη διάγνωση, όσο και για τη θεραπεία αυτών

Τί είναι η Μυοσκελετική Ογκολογία;

 O Δρ. Γεώργιος Κασιμάτης μετεκπαιδεύθηκε με υποτροφία (Fellowship on Musculoskeletal Oncology) στο διεθνούς φήμης Ινστιτούτο Ορθοπαιδικής “Rizzoli” στη Μπολώνια της Ιταλίας, το οποίο αποτελεί πρότυπο κέντρο αναφοράς για την Ορθοπαιδική και ειδικά για τη Μυοσκελετική Ογκολογία παγκοσμίως. Εκεί είχε τη δυνατότητα να αποκτήσει ικανή εμπειρία πάνω στις σπάνιες αυτές παθήσεις και να εξειδικευθεί σε πολύπλοκες επεμβάσεις αποκατάστασης των οστών και των αρθρώσεων από τον καταξιωμένο Καθηγητή Mario Mercuri.

Ακολουθεί μια σύντομη επισκόπηση της σύγχρονης προσέγγισης των νοσημάτων της Μυοσκελετικής Ογκολογίας

Οι όγκοι και οι «ογκόμορφες» εξεργασίες του Μυοσκελετικού Συστήματος εμπίπτουν σε μια μάλλον ασυνήθη ομάδα νοσημάτων, η οποία μπορεί να αφορά τόσο τα οστά όσο και τα περιβάλλοντα μαλακά μόρια. Η Μυοσκελετική Ογκολογία είναι ένας κλάδος της Ογκολογίας που ασχολείται ειδικά με τη διάγνωση και τη θεραπεία αυτών των νοσημάτων και απαιτεί τη συντονισμένη συνεργασία πολλών ειδικοτήτων. Ενδεικτικά αναφέρεται εδώ ο ρόλος του εξειδικευμένου ακτινοδιαγνώστη ιατρού με εμπειρία στις παθήσεις του Μυοσκελετικού, του Παθολόγου-Ογκολόγου ο οποίος θα αναλάβει τη χορήγηση της κατάλληλης φαρμακευτικής θεραπείας, αλλά και τη γενικότερη διαχείριση των διαφόρων παθολογικών θεμάτων τα οποία ενδεχομένως να προκύψουν κατά τη θεραπεία του ασθενούς. Ακολούθως, ο ειδικά εκπαιδευμένος Χειρουργός Ορθοπαιδικός με την πολύτιμη βοήθεια του Παθολογοανατόμου που ασχολείται επισταμένα με τις παθήσεις του Μυοσκελετικού, προβαίνει οπωσδήποτε σε βιοψία για τον περαιτέρω χαρακτηρισμό της βλάβης και ακολούθως στη θεραπεία, η οποία μπορεί να απαιτεί επιπρόσθετη συνεργασία και συντονισμό με άλλες ειδικότητες, ιατρικές ή μη.

Αξίζει να αναφερθεί ότι η ιδιαιτερότητα των Όγκων του Μυοσκελετικού  οφείλεται σε τρεις κυρίως λόγους:

  1. Παρουσιάζουν μεγάλη ποικιλία τόσο στην κλινική όσο και στην απεικονιστική τους εμφάνιση, με αποτέλεσμα να συγχέονται συχνά με άλλες καλοήθεις καταστάσεις, όπως π.χ. οι λοιμώξεις
  2. Λόγω της μικρής τους επίπτωσης,  η εμπειρία που αποκτά ένας ιατρός που αντιμετωπίζει περιστασιακά έναν τέτοιο ασθενή, είναι τελικά σε βάθος χρόνου μικρή, και έτσι απαιτείται εξειδικευμένη εκπαίδευση τόσο για τη διάγνωση, όσο και για τη θεραπεία αυτών. Συχνά μάλιστα ο ιατρός που διενεργεί τη βιοψία είναι διαφορετικός από αυτόν που τελικά αντιμετωπίζει χειρουργικά τον ασθενή, κάτι που δημιουργεί πρόσθετες τεχνικές δυσκολίες ή οδηγεί σε τελείως λάθος αντιμετώπιση. Είναι αυτό ακριβώς που διδάσκεται κανείς πρώτο στην Ογκολογική αντιμετώπιση των ασθενών αυτών.
  3. Η εξαίρεσή τους και η αποκατάσταση της λειτουργικότητας του ασθενούς ενδέχεται να παρουσιάζει ειδικές τεχνικές δυσκολίες, όπως π.χ. η αποκατάσταση αγγείων ή νεύρων, ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις η αποκατάσταση του σκελετού είναι περίπλοκη και αφορά εξαιρετικώς βαρείες επεμβάσεις της Ορθοπαιδικής Χειρουργικής.
Η πρώτη συνήθης ερώτηση που απευθύνει ο ασθενής αφορά το αν η διάγνωση είναι «καλοήθεια ή κακοήθεια». Δυστυχώς όμως, ο ορισμός αυτός αποδεικνύεται συχνά ανεπαρκής, καθώς ένας καλοήθης ιστολογικά όγκος μπορεί να παρουσιάσει εξαιρετικά επιθετική συμπεριφορά με επανειλημμένες υποτροπές και να απειλήσει μέχρι και τη ζωή του ασθενούς, ενώ αντίθετα υπάρχουν όγκοι ιστολογικά κακοήθεις (π.χ. λιποσάρκωμα), οι οποίοι όμως αν αντιμετωπιστούν εξαρχής σωστά παρουσιάζουν μια εξαιρετική πορεία και μπορεί να μιλάμε για πλήρη ίαση του ασθενούς.
Στη διαγνωστική διαδικασία των ασθενών αυτών, ακολουθείται διεθνώς μια ιεραρχημένη προσέγγιση, η οποία περιλαμβάνει στοιχεία από το ιστορικό και τη φυσική εξέταση (ηλικία ασθενούς, εντόπιση και υφή όγκου, χαρακτήρες του πόνου), αλλά και από τα απεικονιστικά ευρήματα (απλή ακτινογραφία, αξονική τομογραφία με σκιαγραφικό, μαγνητική τομογραφία, τομογραφία εκπομπής ποζιτρονίων- PET scan). Από τη μελέτη των ανωτέρω, ο Χειρουργός που θα πραγματοποιήσει τη βιοψία για τη λήψη υλικού και τη διενέργεια παθολογοανατομικής εξέτασης, θα πρέπει να έχει στο νου του μια πρώτη ομάδα πιθανών διαγνώσεων, ώστε το αποτέλεσμα της ιστολογικής να έρθει κατά το δυνατόν επιβεβαιωτικά. Η σημασία έγκειται στο γεγονός ότι διαφορετικά προσεγγίζεται ένας επιθετικός όγκος από έναν πιο αργής ανάπτυξης. Το γεγονός δε αυτό αποκτά μεγάλη σημασία, ιδιαίτερα αν η βλάβη γειτνιάζει με ευγενή μαλακά μόρια όπως είναι τα αγγεία και τα νεύρα. Τα όρια της εκτομής θα πρέπει να μην έχουν κύτταρα του όγκου και ταυτόχρονα να διασφαλίζεται η βιωσιμότητα του μέλους, εφόσον αυτό είναι δυνατό.
Επομένως, η σύγχρονη τάση στη Μυοσκελετική Ογκολογία είναι η κλειστή βιοψία δια βελόνης και οι επεμβάσεις διάσωσης μέλους, ενώ οι ακρωτηριασμοί είναι πλέον σπάνιοι, ακόμα και για πολύ επιθετικούς όγκους.
Είναι δυστυχώς συχνή η πρακτική οι ασθενείς να προσέρχονται για μια δεύτερη γνώμη με το αποτέλεσμα της βιοψίας ανά χείρας. Συχνά δε μάλιστα έχουν υποβληθεί σε ανοιχτή βιοψία και με λάθος προσπέλαση, κάτι το οποίο περιπλέκει περισσότερο τη χειρουργική εξαίρεση του όγκου και επιβαρύνει την ογκολογική πρόγνωση, όπως φαίνεται παρακάτω.
 Βιοψια-CS1

Υψηλής κακοήθειας οστεοσάρκωμα στο κατώτερο μηριαίο οστούν. Η προσπέλαση για τη λήψη της βιοψίας είναι λάθος να περνά μέσα από την άρθρωση, κοντά στα νεύρα ή τα αγγεία, ή μεταξύ των μυϊκών διαμερισμάτων.

Βιοψια-CS2           Βιοψια-CS3

Η σωστή λήψη γίνεται με κλειστή βιοψία δια βελόνης που περνά μέσα από ένα διαμέρισμα, το οποίο αργότερα συνυπολογίζεται στην εξαίρεση και θα πρέπει να γίνεται από τον ιατρό που θα χειρουργήσει τελικά τον ασθενή.

Επικοινωνία Επικοινωνία