Σύνδρομο Καρπιαίου Σωλήνα: Τι είναι και πώς θεραπεύεται;
Τι είναι το Σύνδρομο του Καρπιαίου Σωλήνα;
Το σύνδρομο καρπιαίου σωλήνα είναι μία αρκετά συχνή πάθηση των χεριών και παρατηρείται κυρίως στις γυναίκες, αλλά και σε ανθρώπους που πραγματοποιούν συχνά χειρωνακτικές εργασίες . Oφείλεται στην πίεση του μέσου νεύρου του χεριού, το οποίο διέρχεται μέσα από τον καρπιαίο σωλήνα για να καταλήξει στα δάχτυλα. Φανταστείτε ότι ο σωλήνα αυτός έχει μια «οροφή» που λέγεται εγκάρσιος σύνδεσμος και ένα «πάτωμα» που αποτελείται από τα οστά του καρπού και τους καμπτήρες τένοντες. Οποιαδήποτε αύξηση του όγκου των ιστών που υπάρχουν μέσα στον καρπιαίο σωλήνα, όπως π.χ. σε μια τενοντοελυτρίτιδα των καμπτήρων τενόντων που συμβαίνει στις ρευματοπάθειες, οδηγεί αναπόφευκτα σε πίεση του μέσου νεύρου πάνω στην οροφή που προαναφέραμε, και το σύνδρομο εκδηλώνεται με έντονο πόνο, μούδιασμα και αδυναμία των δακτύλων του χεριού.
Που οφείλεται το Σύνδρομο του Καρπιαίου Σωλήνα;
Η πίεση του μέσου νεύρου του χεριού είναι αποτέλεσμα διαφόρων παραγόντων. Τα πιο συχνά αίτια του συνδρόμου είναι τα ακόλουθα:
- Συνεχόμενη και έντονη χρήση των χεριών
- Κατάγματα ή εξαρθήματα των οστών του καρπού
- Ρευματοπάθειες, με πιο συχνή τη ρευματοειδή αρθρίτιδα.
- Ενδοκρινολογικές διαταραχές όπως υποθυρεοειδισμός, μεγαλακρία
- Kατακράτηση υγρών κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης.
- Νοσήματα που σχετίζονται με τον μεταβολισμό, κυρίως ο σακχαρώδης διαβήτης.
- Τοπικοί όγκοι, π.χ. αιμαγγείωμα
- Διάφορες ανατομικές ανωμαλίες του χεριού
Ποια είναι τα συμπτώματα;
Το σύνδρομο του καρπιαίου σωλήνα παρουσιάζεται με συμπτώματα που αφορούν την παλάμη, αλλά μπορεί να αντανακλά στο αντιβράχιο μέχρι και στον ώμο. Συγκεκριμένα:
- Πόνος στον καρπό και το χέρι, ειδικά τη νύχτα
- Μούδιασμα των 3½ πρώτων δακτύλων, κυρίως του αντίχειρα και του δείκτη, του μέσου και του μισού παράμεσου, όχι όμως του μικρού δακτύλου.
- Ο πόνος μπορεί να επεκτείνεται μέχρι τον ώμο και να χειροτερεύει όταν χρησιμοποιείτε το χέρι ή τον καρπό σας.
- Μειωμένη αντοχή και αδυναμία στα δάχτυλα, με αποτέλεσμα ο ασθενής να δυσκολεύεται σε απλές κινήσεις και να του πέφτουν αντικείμενα από το χέρι.
Όπως ήδη αναφέρθηκε, τα συμπτώματα εμφανίζονται σε τμήματα του χεριού που συνδέονται με το μέσο νεύρο (αντίχειρας, δείκτης, μεσαίο δάχτυλο και το ήμισυ του παράμεσου), γι’ αυτό και δεν θα πρέπει να επηρεάζεται το μικρό σας δάχτυλο. Επομένως, αν το μικρό σας δάχτυλο επηρεάζεται, είναι μάλλον απίθανο να έχετε το σύνδρομο του καρπιαίου σωλήνα.
Στην περίπτωση που παρατηρήσετε κάποιο από τα παραπάνω συμπτώματα είναι σημαντικό να επισκεφτείτε άμεσα τον ιατρό ορθοπαιδικό σας για να προβείτε σε έναν πλήρη διαγνωστικό έλεγχο. Αν αγνοήσετε τα συμπτώματα είναι πιθανό ο βαθμός βλάβης του νεύρου να αυξηθεί παρόλο που μειώνεται ο πόνος, με ενδεχόμενη μόνιμη βλάβη στο νεύρο, η οποία δυστυχώς δεν επανέρχεται πλήρως, ακόμα και μετά από χειρουργική επέμβαση.
Η διαγνωστική εξέταση συνήθως περιλαμβάνει:
- Φυσική εξέταση
- Έλεγχος τυχόν αδυναμίας/ ατροφίας των μυών γύρω από τη βάση του αντίχειρα (περιοχή του θέναρος)
- Διάφορα τεστ όπως: κρατώντας τους καρπούς σε κάμψη ελέγχεται αν μουδιάζουν τα δάκτυλα των χεριών σας.
- Πίεση του μέσου νεύρου από τον ιατρό προκαλεί άμεσο μούδιασμα στα δάκτυλα ή αίσθημα ηλεκτρικού ρεύματος.
- Ηλεκτρομυογράφημα & Ηλεκτρονευρογράφημα
- Ενδεχομένως, μαγνητική τομογραφία
Οι θεραπείες για το Σύνδρομο Καρπιαίου Σωλήνα
Εφόσον πραγματοποιηθούν οι κατάλληλες διαγνωστικές εξετάσεις, τότε θα κριθεί ποια θεραπεία είναι κατάλληλη για τον ασθενή. Η θεραπεία μπορεί να είναι είτε συντηρητική, ή χειρουργική. Σημαντικό ρόλο στην απόφαση αυτή παίζουν τα συμπτώματα και οι τιμές του ηλεκτρομυογραφήματος-ηλεκτρονευρογραφήματος.
Η συντηρητική θεραπεία επιλέγεται για τις ήπιες μορφές της πάθησης, ή για τις γυναίκες κατά την εγκυμοσύνη. Περιλαμβάνει ανάπαυση του καρπού, αποφυγή ακραίων κινήσεων κάμψης ή πίεσης του καρπού κατά τη χρήση του πληκτρολογίου, τοποθέτηση νάρθηκα την νύχτα και, ειδικά στις εγκύους, έγχυση κορτιζόνης στον καρπιαίο σωλήνα.
Στις πιο σοβαρές περιπτώσεις του συνδρόμου καρπιαίου σωλήνα, ή όταν ο ασθενής δε δείχνει βελτίωση με τη συντηρητική θεραπεία, είναι απαραίτητη η χειρουργική επέμβαση ώστε να αποσυμπιεστεί το μέσο νεύρο. Υπάρχουν διάφοροι τρόποι να επιτευχθεί αυτό, μεταξύ άλλων: κλασσική ανοιχτή μέθοδος, με μικροχειρουργική τεχνική και ενδοσκοπική. Καθεμιά παρουσιάζει πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα, τα οποία θα πρέπει να συζητούνται με τον κάθε ασθενή.
Ο ασθενής θα πρέπει να γνωρίζει ότι μπορεί άμεσα να χρησιμοποιήσει το χέρι του για απλή καθημερινή χρήση, αλλά καλό είναι να μην κάνει βαριές χειρωνακτικές εργασίες για τον επόμενο 1 μήνα. Η δύναμη δραγμού, δηλαδή η δύναμη συγκράτησης αντικειμένων παρουσιάζει αρχικά μια μικρή μείωση, η οποία όμως αποκαθίσταται πλήρως στους 3 μήνες από την επέμβαση.
Τέλος, μια συνήθης ερώτηση των ασθενών αφορά την πιθανότητα υποτροπής, δηλ. να επανεμφανιστεί το σύνδρομο μετά από επέμβαση. Γενικά, το ποσοστό υποτροπής είναι μικρό, τόσο στην ανοιχτή, όσο και στην ενδοσκοπική επέμβαση (αν και αναφέρεται ότι είναι λίγο μεγαλύτερο στην ενδοσκοπική), και πάντα λαμβάνεται μέριμνα να ελαχιστοποιείται το ποσοστό αυτό.